Προς Ένα Δημοκρατικό και Αξιόπιστο Εκπαιδευτικό Σύστημα
Η διαφάνεια, η λογοδοσία και η δημοκρατική εμπλοκή της κοινότητας αποτελούν θεμελιώδεις αρχές ενός σύγχρονου εκπαιδευτικού συστήματος. Στην Κύπρο, βρίσκεται σε εξέλιξη η καθιέρωση ενός νέου συστήματος αξιολόγησης εκπαιδευτικών και εκπαιδευτικού έργου – μια αναγκαία μεταρρύθμιση, δεδομένου ότι η χώρα ήταν πλέον η τελευταία στην ΕΕ χωρίς σύγχρονο σύστημα αξιολόγησης. Παρά τα βήματα προόδου, κενό παραμένει η θεσμοθετημένη συμμετοχή των γονέων σε αυτές τις διαδικασίες αξιολόγησης.
Η παρούσα πρόταση, απευθυνόμενη σε αρμόδιους εκπαιδευτικούς φορείς και δημοσιευόμενη προς ευρύτερο διάλογο, υποστηρίζει ότι η ενεργός και οργανωμένη εμπλοκή των γονέων πρέπει να ενταχθεί επίσημα στο νέο σύστημα αξιολόγησης. Με αυτόν τον τρόπο θα ενισχυθούν η διαφάνεια, η λογοδοσία και η συλλογική ευθύνη στο εκπαιδευτικό μας σύστημα, προς όφελος των μαθητών και της ποιότητας της δημόσιας εκπαίδευσης.
Διαφάνεια και Λογοδοσία μέσω της Συμμετοχής της Κοινότητας
Η συμμετοχή των γονέων στις διαδικασίες αξιολόγησης προάγει τη διαφάνεια, καθώς ανοίγει το σχολείο στον δημόσιο έλεγχο και καθιστά το εκπαιδευτικό έργο αντικείμενο λογοδοσίας όχι μόνο προς την ιεραρχία αλλά και προς την ίδια την κοινωνία. Σε διεθνές επίπεδο, πολλά εκπαιδευτικά συστήματα έχουν θεσπίσει μηχανισμούς που περιλαμβάνουν ένα ευρύ φάσμα ενδιαφερομένων μερών – συμπεριλαμβανομένων των μαθητών και των γονέων – στην εσωτερική αξιολόγηση των σχολείων. Αντίθετα, συστήματα που περιορίζουν την αξιολόγηση αποκλειστικά στο προσωπικό του σχολείου είναι η μειοψηφία. Η ενεργός εμπλοκή της κοινότητας και ιδίως των οργανωμένων γονέων, λειτουργεί ως δημοκρατική δικλείδα ασφαλείας: διασφαλίζει ότι οι διαδικασίες αξιολόγησης δεν θα μένουν κλειστές και αδιαφανείς, αλλά θα υπηρετούν το δημόσιο συμφέρον με συνεχή εποπτεία από αυτούς που έχουν άμεσο ενδιαφέρον για την εκπαίδευση – τους γονείς και τους μαθητές.
Στο πλαίσιο του νέου Κυπριακού συστήματος αξιολόγησης είναι κρίσιμο να θεσπιστούν ρυθμίσεις ώστε οι γονείς να συμμετέχουν θεσμικά τόσο στην εσωτερική αξιολόγηση των σχολικών μονάδων όσο και στην εξωτερική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών. Αυτό εναρμονίζεται με τα ευρωπαϊκά πρότυπα και προσδοκίες. Η ίδια η Ομοσπονδία Συνδέσμων Γονέων Δημοτικών Σχολείων Λευκωσίας έχει χαιρετίσει τη μετάβαση σε ένα πιο σύγχρονο και δίκαιο σύστημα αξιολόγησης και έχει ζητήσει επίσημα «να έχουμε θέση και άποψη ώστε το νέο σύστημα αξιολόγησης να αγκαλιαστεί και να εφαρμοστεί αποτελεσματικά από όλη την εκπαιδευτική κοινότητα». Η φωνή των γονέων, όταν θεσμοθετείται, μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στην αποδοχή και επιτυχία της αξιολόγησης, καλλιεργώντας ένα πνεύμα συλλογικής ευθύνης για τη βελτίωση της εκπαίδευσης.
Διεθνείς Καλές Πρακτικές: Αγγλία και Πορτογαλία
Αγγλία (Ηνωμένο Βασίλειο): Στο εκπαιδευτικό σύστημα της Αγγλίας, η συμμετοχή των γονέων στην αξιολόγηση είναι θεσμοθετημένη και πολυεπίπεδη. Ένας χαρακτηριστικός θεσμός είναι το διαδικτυακό εργαλείο «Ofsted Parent View», μέσω του οποίου οι γονείς μπορούν ανά πάσα στιγμή να υποβάλουν τη γνώμη τους για το σχολείο του παιδιού τους. Τα αποτελέσματα αυτών των ανωνύμων ερωτηματολογίων αξιοποιούνται από την ανεξάρτητη αρχή Ofsted κατά την διάρκεια της επιθεώρησης των σχολείων – αποτελώντας την κύρια πηγή πληροφόρησης για τις απόψεις των γονέων. Επιπλέον, οι γονείς στην Αγγλία εκπροσωπούνται επίσημα στα σχολικά συμβούλια διοίκησης (School Governing Bodies) ως εκλεγμένοι σχολικοί έφοροι (parent governors). Μέσω αυτού του ρόλου, συμμετέχουν στη διαμόρφωση της σχολικής πολιτικής και στην επισκόπηση της απόδοσης του σχολείου. Οι πρακτικές αυτές ενισχύουν τη διαφάνεια: τα σχολεία λογοδοτούν τακτικά όχι μόνο στην κυβέρνηση αλλά και στην ίδια την κοινότητα των γονέων. Το αποτέλεσμα είναι ένα ανοιχτό σύστημα αξιολόγησης, στο οποίο η φωνή της οικογένειας συνυπολογίζεται. Δεν αποτελεί έκπληξη ότι μαθητές στο ΗΒ επιτυγχάνουν επιδόσεις πάνω από τον διεθνή μέσο όρο – για παράδειγμα, στην αξιολόγηση PISA 2022 οι 15χρονοι στο ΗΒ σημείωσαν κατά μέσο όρο 489 μονάδες στα μαθηματικά έναντι 472 του μέσου όρου του ΟΟΣΑ, και 494 μονάδες στην ανάγνωση έναντι 476 του μέσου όρου του ΟΟΣΑ – ένδειξη ενός συστήματος όπου η λογοδοσία και η ποιότητα διδασκαλίας βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα.
Πορτογαλία: Η περίπτωση της Πορτογαλίας θεωρείται ευρωπαϊκά υποδειγματική, καθώς η χώρα πέτυχε θεαματική βελτίωση των μαθησιακών αποτελεσμάτων μέσα σε δύο δεκαετίες. Κεντρικό στοιχείο των μεταρρυθμίσεων ήταν η έμφαση στην αξιολόγηση των σχολείων με συμμετοχή της κοινότητας. Από το 2022, η Πορτογαλία καθιέρωσε ένα σύστημα αξιολόγησης σχολικών μονάδων (εσωτερικού και εξωτερικού), όπου στην ετήσια γραπτή αναφορά του σχολείου προβλέπεται η συμμετοχή όλων των μερών – μαθητών, εκπαιδευτικών, τοπικής κοινότητας και γονέων. Σε επίπεδο σχολικής αυτο-αξιολόγησης, συγκροτείται ομάδα αξιολόγησης στην οποία μετέχει εκπρόσωπος των γονέων. Παράλληλα, οι γονείς συμμετέχουν στα θεσμικά όργανα διοίκησης, όπως το Γενικό Συμβούλιο Σχολείου (Conselho Geral), όπου έχουν λόγο σε θέματα στρατηγικού σχεδιασμού. Κατά τις εξωτερικές αξιολογήσεις από την Επιθεώρηση (IGEC), προβλέπονται συνεδρίες διαβούλευσης με ομάδες γονέων και αξιοποίηση δεδομένων από ερωτηματολόγια ικανοποίησης. Αυτές οι πρακτικές όχι μόνο ενίσχυσαν τη διαφάνεια αλλά συνοδεύτηκαν και από αισθητή άνοδο των επιδόσεων: σύμφωνα με τον Andreas Schleicher (OECD), «η Πορτογαλία είναι η μεγαλύτερη ιστορία επιτυχίας της Ευρώπης στο PISA». Πράγματι, η Πορτογαλία βελτίωσε τα αποτελέσματα των μαθητών της σε διεθνείς έρευνες – π.χ. στο PISA 2018 είχε πλησιάσει και σε ορισμένους τομείς υπερβεί τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ – πριν σημειωθούν μικρές πτώσεις το 2022 λόγω πανδημίας. Σημαντικό δίδαγμα από την Πορτογαλική εμπειρία είναι ότι η ανοιχτή συμμετοχή πρέπει να συνοδεύεται από πραγματική ενεργοποίηση της γονεϊκής κοινότητας: μια μελέτη έδειξε ότι, ενώ τυπικά το πορτογαλικό σύστημα είναι από τα πιο ανοιχτά στη συμμετοχή, στην πράξη υπήρξαν προκλήσεις ως προς το επίπεδο ανταπόκρισης των γονέων. Αυτό υπογραμμίζει την ανάγκη όχι μόνο θεσμικού πλαισίου, αλλά και κουλτούρας εμπιστοσύνης και συνεργασίας σχολείου-οικογένειας.
Τρόποι Εμπλοκής των Γονέων στην Αξιολόγηση
Η θεσμοθέτηση της συμμετοχής των γονέων μπορεί να υλοποιηθεί με ποικίλους συγκεκριμένους μηχανισμούς. Παρακάτω προτείνονται μερικές καλές πρακτικές που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν στην Κύπρο, εμπνευσμένες από διεθνή παραδείγματα και με γνώμονα το νέο σύστημα αξιολόγησης:
- Ανώνυμα ερωτηματολόγια αξιολόγησης: Καθιέρωση ετήσιων ερωτηματολογίων για τους γονείς, όπου θα μπορούν με ειλικρίνεια και χωρίς φόβο να αξιολογούν πτυχές του σχολείου και των εκπαιδευτικών, όπως το παιδαγωγικό κλίμα, την επικοινωνία με τις οικογένειες και την απόδοση στη διδασκαλία. Τα αποτελέσματα θα συγκεντρώνονται και θα αναλύονται ώστε να τροφοδοτούν τόσο την εσωτερική αξιολόγηση κάθε σχολείου όσο και την εξωτερική αξιολόγηση από το Υπουργείο. Ήδη το προσχέδιο του νέου συστήματος αναφέρει ως πλεονέκτημα την εισαγωγή πολλαπλών κριτηρίων και τη συλλογή ανατροφοδότησης από μαθητές/γονείς – είναι κρίσιμο αυτό να μετουσιωθεί σε οργανωμένη πρακτική. Παρόμοια πρακτική ακολουθείται π.χ. στην Αγγλία, όπου τα ανώνυμα ερωτηματολόγια γονέων (Parent View) αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της αξιολόγησης σχολείων.
- Συμμετοχή γονέων σε συμβούλια και ομάδες αξιολόγησης: Θεσμοθέτηση της παρουσίας εκπροσώπων των γονέων σε σώματα που ασχολούνται με την αξιολόγηση. Για παράδειγμα, σε επίπεδο σχολικής μονάδας μπορεί να συγκροτηθεί Επιτροπή Εσωτερικής Αξιολόγησης, όπου θα συμμετέχει και ένας αντιπρόσωπος του Συνδέσμων Γονέων. Αυτό το μοντέλο εφαρμόζεται ήδη σε χώρες όπως η Πορτογαλία, όπου ένας γονέας αποτελεί μέλος της ομάδας αυτο-αξιολόγησης του σχολείου. Ο ρόλος του θα είναι να μεταφέρει τη σκοπιά των οικογενειών, εντοπίζοντας πτυχές που ίσως διαφεύγουν από τους εκπαιδευτικούς, και να συμβάλλει στη σύνταξη της εσωτερικής έκθεσης αξιολόγησης. Σε επίπεδο εξωτερικής αξιολόγησης, μπορεί να θεσπιστεί η συμμετοχή εκπροσώπων των οργανωμένων γονέων είτε ως παρατηρητές στη διαδικασία είτε ως αξιολογητές είτε μέσω δομημένων συναντήσεων με τους αξιολογητές (π.χ. ομάδα επιθεωρητών να συναντά αντιπροσωπεία γονέων κάθε σχολείου). Στην Ιρλανδία και την Πορτογαλία, για παράδειγμα, κατά την εξωτερική αξιολόγηση σχολείων οι αξιολογητές συλλέγουν απόψεις γονέων μέσω ερωτηματολογίων και ομαδικών συνεντεύξεων. Ένα Συμβουλευτικό Όργανο Γονέων σε επίπεδο εκπαιδευτικής περιφέρειας θα μπορούσε επίσης να συσταθεί, που να έχει λόγο στις ευρύτερες αξιολογήσεις (π.χ. αξιολόγηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων) και να υποβάλλει προτάσεις στο Υπουργείο.
- Δημόσια ανατροφοδότηση και διαφάνεια αποτελεσμάτων: Η συμμετοχή των γονέων δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο σε παροχή δεδομένων, αλλά και σε ενημέρωση και διάλογο. Προτείνεται κάθε σχολείο να διοργανώνει ετησίως μια ανοιχτή συνάντηση/συζήτηση αξιολόγησης, όπου θα παρουσιάζει συνοπτικά τα ευρήματα της εσωτερικής (και τυχόν εξωτερικής) αξιολόγησης και θα ακούει τα σχόλια της σχολικής κοινότητας. Σε αυτές τις συγκεντρώσεις, γονείς, μαθητές και εκπαιδευτικοί θα μπορούν να συζητούν τις δυνατές και αδύνατες πλευρές του σχολείου και να συν-διαμορφώνουν προτάσεις βελτίωσης. Παράλληλα, τα βασικά αποτελέσματα των αξιολογήσεων – ειδικά σε επίπεδο σχολικής μονάδας – θα πρέπει να δημοσιοποιούνται (π.χ. στον ιστοχώρο του σχολείου ή της αρμόδιας αρχής) για λόγους διαφάνειας, όπως συμβαίνει σε αρκετές χώρες όπου οι εκθέσεις αξιολόγησης σχολείων είναι δημόσια διαθέσιμες. Η δημοσιοποίηση ενισχύει την εμπιστοσύνη: όταν οι γονείς βλέπουν ότι οι αξιολογήσεις γίνονται με σοβαρότητα και τα ευρήματα κοινοποιούνται, αυξάνεται η αποδοχή του συστήματος.
- Μηχανισμοί συνεχούς ανατροφοδότησης (feedback loops): Εκτός από τις επίσημες αξιολογήσεις, οι γονείς μπορούν να συμμετέχουν σε διαρκή αξιολόγηση της σχολικής ζωής. Για παράδειγμα, μια ηλεκτρονική πλατφόρμα ή εφαρμογή θα μπορούσε να λειτουργεί για τη συλλογή παρατηρήσεων/παραπόνων/προτάσεων από γονείς καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Αυτά τα δεδομένα (με κατάλληλη επεξεργασία) θα παρέχουν πολύτιμες ενδείξεις στους διευθυντές και στους αξιολογητές για θέματα που μπορεί να μην αναμένουν να εμφανιστούν μόνο σε μια ετήσια έρευνα. Επιπλέον, δίνοντας ανατροφοδότηση στους γονείς για το τι αλλαγές έγιναν βάσει των δικών τους σχολίων, κλείνει ο κύκλος της λογοδοσίας και ενθαρρύνεται η συνεργατική κουλτούρα.
Όλες οι παραπάνω μέθοδοι εντάσσονται στο πνεύμα ενός συμπεριληπτικού και συμμετοχικού σχολείου. Βεβαίως, η εφαρμογή τους πρέπει να γίνει προσεκτικά σχεδιασμένη. Είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι η φωνή των γονέων θα είναι αντιπροσωπευτική και εποικοδομητική – για παράδειγμα, ότι τα ερωτηματολόγια θα συλλέγουν με επιστημονικό τρόπο τη γνώμη ευρέος δείγματος γονέων και όχι μόνο των πιο δραστήριων ή φωνασκούντων. Επιπλέον, πρέπει να αποφευχθεί η κατάχρηση της αξιολόγησης ως “δημοψηφίσματος δημοφιλίας” για τους εκπαιδευτικούς. Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι αν δοθεί υπερβολική βαρύτητα στην ανατροφοδότηση από μαθητές/γονείς χωρίς πλαίσιο, μπορεί να αδικηθούν ικανοί εκπαιδευτικοί που είναι αυστηροί (αλλά αποτελεσματικοί). Συνεπώς, τα εργαλεία συμμετοχής πρέπει να σχεδιαστούν με γνώμονα τη δίκαιη χρήση των δεδομένων και την εξισορρόπηση με άλλα κριτήρια (όπως οι επιδόσεις μαθητών, οι παρατηρήσεις διδασκαλίας κ.λπ.). Με σωστό σχεδιασμό, η συμμετοχή των γονέων μπορεί να λειτουργήσει ως ποιοτικός δείκτης και όχι ως στρεβλωτικός παράγοντας.
Σύνδεση με Μαθησιακά Αποτελέσματα (PISA, PIRLS, TIMSS)
Ένας βασικός λόγος για τον οποίο επιδιώκεται η αυξημένη λογοδοσία και συμμετοχή των γονέων είναι η βελτίωση των μαθησιακών αποτελεσμάτων. Οι διεθνείς συγκριτικές αξιολογήσεις – όπως το PISA (για 15χρονους μαθητές), το PIRLS (για την αναγνωστική ικανότητα μαθητών Δημοτικού) και το TIMSS (για τα επιτεύγματα σε Μαθηματικά/Φυσικές Επιστήμες στη Δ’ Δημοτικού και Β’ Γυμνασίου) – παρέχουν χρήσιμα δεδομένα για την κατάσταση της εκπαίδευσης μας και για το πού ενδεχομένως υστερούμε. Η ενίσχυση της δημοκρατικής συμμετοχής και της λογοδοσίας μέσω της εμπλοκής των γονέων συνδέεται με μια κουλτούρα συνεχούς βελτίωσης, η οποία αντανακλάται τελικά στις επιδόσεις των μαθητών.
Για να κατανοήσουμε το μέγεθος της πρόκλησης αλλά και το δυναμικό όφελος από τις αλλαγές, αξίζει να συγκρίνουμε τις επιδόσεις της Κύπρου με εκείνες των χωρών που εφαρμόζουν τις προαναφερόμενες καλές πρακτικές:
Σύγκριση μέσης επίδοσης μαθητών στην ανάγνωση (PISA 2022) – Κύπρος vs. Πορτογαλία, Ην. Βασίλειο και μέσος όρος ΟΟΣΑ.
Το 2022 στην αξιολόγηση PISA για την κατανόηση κειμένου (reading literacy), παρατηρούμε ότι οι Κύπριοι μαθητές πέτυχαν 381 μονάδες, έναντι 477 στην Πορτογαλία και 496 στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ ήταν 476 μονάδες. Η αδυναμία της Κύπρου είναι εμφανής: βρίσκεται σχεδόν 100 μονάδες κάτω από τους μαθητές της Αγγλίας στη συγκεκριμένη δεξιότητα, γεγονός που αντικατοπτρίζεται και στο ανησυχητικό εύρημα ότι περίπου 60% των 15χρονων στην Κύπρο δεν πετυχαίνουν το βασικό επίπεδο επάρκειας στην ανάγνωση. Αντίστοιχη εικόνα παρουσιάζεται και στα μαθηματικά και τις φυσικές επιστήμες, όπου πάνω από τους μισούς μαθητές μας έχουν επιδόσεις κάτω του βασικού επιπέδου. Αυτά τα αποτελέσματα καταδεικνύουν μια ανάγκη ριζικής βελτίωσης στην ποιότητα της εκπαίδευσης.
Επιδόσεις στην αναγνωστική ικανότητα στην Δ’ Δημοτικού (PIRLS 2021) – σύγκριση Κύπρου, Πορτογαλίας, Αγγλίας.
Στις μικρότερες τάξεις, υπάρχουν ενδείξεις βελτίωσης αλλά και περιθώρια προόδου. Στην έρευνα PIRLS 2021 (αξιολόγηση της ικανότητας ανάγνωσης στη Δ’ Δημοτικού), η Κύπρος σημείωσε 511 μονάδες, βρισκόμενη κοντά στο διεθνές μέσο όρο και υπερβαίνοντας ελαφρώς τα προηγούμενα αποτέλεσμα του 2016. Η Αγγλία, όμως, πέτυχε 558 μονάδες – επίδοση σημαντικά υψηλότερη από τη δική μας και από τον διεθνή δείκτη. Η Πορτογαλία βρέθηκε στο επίπεδο του μέσου όρου με 520 μονάδες, σημειώνοντας μικρή μείωση σε σχέση με παλαιότερα αλλά διατηρώντας μια αξιοπρεπή θέση. Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι ενώ στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση η Κύπρος πλησιάζει τον διεθνή μέσο όρο, χάνει έδαφος καθώς οι μαθητές μεγαλώνουν. Αυτό μπορεί να υποδηλώνει συστημικές αδυναμίες στο Γυμνάσιο/Λύκειο, ίσως σχετιζόμενες με τη μειωμένη κουλτούρα λογοδοσίας και αξιολόγησης.
Στον πίνακα TIMSS 2019 στις Φυσικές Επιστήμες, η Κύπρος είχε μέσο σκορ 484, 16 βαθμούς χαμηλότερο από τον διεθνή μέσο όρο (500). Αντιθέτως, η Πορτογαλία και η Αγγλία σημείωσαν 519 και 517 μονάδες αντίστοιχα, δηλαδή υψηλότερα από τον μέσο όρο. Ωστόσο, η συνολική εικόνα παραμένει ότι το εκπαιδευτικό μας σύστημα δεν αποδίδει όσο θα έπρεπε. Η συμμετοχή των γονέων μπορεί να λειτουργήσει ως μοχλός για την αναστροφή αυτής της τάσης. Έρευνες υποστηρίζουν ότι ορισμένες μορφές γονεϊκής εμπλοκής – όπως το ενδιαφέρον για τη σχολική πρόοδο και η τακτική επικοινωνία με τους εκπαιδευτικούς – συσχετίζονται με καλύτερες επιδόσεις των μαθητών. Αντιθέτως, η παντελής έλλειψη γονικής συμμετοχής μπορεί να οδηγεί σε αίσθημα ατιμωρησίας ή χαμηλές προσδοκίες εντός του σχολείου, που τελικά αντικατοπτρίζονται στους χαμηλούς μαθησιακούς δείκτες.
Στον παρακάτω συγκριτικό πίνακα συνοψίζονται ορισμένοι βασικοί δείκτες από τις διεθνείς αξιολογήσεις για την Κύπρο, την Πορτογαλία και την Αγγλία, καθώς και μια ένδειξη για το αν θεσμικά προβλέπεται συμμετοχή γονέων στην αξιολόγηση:
Χώρα | Θεσμοθετημένη συμμετοχή γονέων; | PISA 2022 (Ανάγνωση) | PIRLS 2021 (Ανάγν.) | TIMSS 2019 – (Φυσ. Επιστ.) |
---|---|---|---|---|
Κύπρος | Όχι | 381 | 511 | 484 |
Πορτογαλία | Ναι | 477 | 520 | 519 |
Αγγλία (ΗΒ) | Ναι | 496 | 558 | 517 |
Μέσος Όρος | 476 | 500 | 500 |
Από τον πίνακα διαφαίνεται μια συσχέτιση: χώρες που έχουν θεσμοθετήσει τη συμμετοχή των γονέων (Πορτογαλία, Αγγλία) επιτυγχάνουν σημαντικά υψηλότερες επιδόσεις σε όλους τους δείκτες σε σχέση με την Κύπρο, η οποία μέχρι τώρα δεν είχε τέτοιο θεσμό. Φυσικά, πολλά άλλα διαφέρουν μεταξύ των χωρών (κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο, εκπαιδευτικές πολιτικές κ.λπ.) και δεν μπορούμε να αποδώσουμε μονοπαραγοντικά τις διαφορές μόνο στην αξιολόγηση. Ωστόσο, η κουλτούρα λογοδοσίας και διαρκούς βελτίωσης που χαρακτηρίζει τα εκπαιδευτικά συστήματα με ενεργούς γονείς φαίνεται να συνάδει με καλύτερα μαθησιακά αποτελέσματα. Στην περίπτωση της Πορτογαλίας, μάλιστα, η πρόοδος στο PISA υπήρξε εντυπωσιακή: από τις τελευταίες θέσεις στις αρχές της δεκαετίας του 2000, κατάφερε να φτάσει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο – εξέλιξη που συμπεριέλαβε μεταρρυθμίσεις τόσο σε ακαδημαϊκό επίπεδο (αναλυτικά προγράμματα, επιμόρφωση εκπαιδευτικών) όσο και σε διαδικαστικό (σύστημα αξιολόγησης με διαφάνεια και συμμετοχή).
Στην Κύπρο, τα δεδομένα υπογραμμίζουν το επείγον της αλλαγής. Δεν πρόκειται απλώς για τις βαθμολογίες σε κάποιο τεστ, αλλά για το ότι πολλοί μαθητές μας στερούνται βασικών δεξιοτήτων (όπως η κατανόηση κειμένου) που είναι απαραίτητες για τη συνέχεια της εκπαίδευσης και της ζωής τους. Η εμπλοκή των γονέων μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης ώστε οι σχολικές μονάδες να εστιάσουν στη βελτίωση αυτών των αποτελεσμάτων. Όταν οι γονείς έχουν λόγο και ενημέρωση, ασκούν πίεση για βελτίωση – και συγχρόνως συνεργάζονται με τους εκπαιδευτικούς για να την επιτύχουν (π.χ. υποστηρίζοντας το διάβασμα στο σπίτι, απαιτώντας υψηλότερα κριτήρια). Αντίθετα, χωρίς θεσμοθετημένη συμμετοχή, η σχέση σχολείου-οικογένειας μπορεί να μείνει αποσπασματική και αναποτελεσματική, χάνοντας μια μεγάλη ευκαιρία στήριξης των μαθητών.
Σχολική Έκθεση Προόδου στην Κύπρο και σύνδεση μαθησιακών αποτελεσμάτων με αξιολόγηση εκπαιδευτικών
Η εφαρμογή της Σχολικής Έκθεσης Προόδου στην Κύπρο
Τι είναι η Σχολική Έκθεση Προόδου (ΣΕΠ): Πρόκειται για ένα επίσημο έντυπο αξιολόγησης του μαθητή που εισήχθη στα κυπριακά σχολεία στο πλαίσιο νέου συστήματος αξιολόγησης. Η ΣΕΠ συμπληρώνεται από τον δάσκαλο για κάθε παιδί και καταγράφει την πρόοδό του ως προς τις γνωστικές ικανότητες του, καθώς και τη γενικότερη συμπεριφορά και δεξιότητές του. Η εισαγωγή της ΣΕΠ έχει στόχο να αποτυπώσει τον βαθμό επίτευξης των αναμενόμενων μαθησιακών αποτελεσμάτων σε περιγραφική μορφή, παρέχοντας μια συνολική εικόνα της προόδου κάθε μαθητή.
Συχνότητα συμπλήρωσης και ενημέρωση γονέων: Η Σχολική Έκθεση Προόδου συμπληρώνεται δύο φορές τον χρόνο, συνήθως στα μέσα της σχολικής χρονιάς (Ιανουάριο) και στο τέλος (Ιούνιο). Οι γονείς δεν λαμβάνουν την έκθεση σε έντυπη μορφή, αλλά ενημερώνονται προφορικά για το περιεχόμενο της ΣΕΠ σε προκαθορισμένες συναντήσεις με τον εκπαιδευτικό του παιδιού τους κάθε Ιανουάριο και Ιούνιο. Δηλαδή, το σχολείο ορίζει πρόγραμμα ενημέρωσης γονέων (οι γνωστές συναντήσεις γονέων-δασκάλων), κατά το οποίο ο εκπαιδευτικός παρουσιάζει στους γονείς τα στοιχεία προόδου του μαθητή όπως αποτυπώνονται στη ΣΕΠ.
Παράδοση της έκθεσης στους γονείς και αρχειοθέτηση: Σύμφωνα με την επίσημη πολιτική, η ΣΕΠ δεν δίνεται ούτε αποστέλλεται στους γονείς/κηδεμόνες σε έντυπη μορφή, ούτε επιδεικνύεται στους μαθητές. Αντιθέτως, παραμένει αρχειοθετημένη στο σχολείο ως μέρος του φακέλου του μαθητή. Ο σκοπός αυτής της πρακτικής είναι η χρήση της ΣΕΠ από τους εκπαιδευτικούς της επόμενης σχολικής χρονιάς, ώστε να ενημερωθούν για το προφίλ και τις ανάγκες κάθε μαθητή που θα παραλάβουν. Με άλλα λόγια, η έκθεση προόδου λειτουργεί ως εργαλείο συνεχούς παρακολούθησης και διευκόλυνσης της εκπαιδευτικής διαδικασίας, παρά ως αναφορά που παραδίδεται στον μαθητή ή την οικογένεια.
ΣΕΠ και αξιολόγηση εκπαιδευτικού έργου: Η Σχολική Έκθεση Προόδου έχει καθαρά διαμορφωτικό χαρακτήρα για την αξιολόγηση του μαθητή και δεν ενσωματώνεται στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου ή του εκπαιδευτικού. Όπως έχει διευκρινιστεί, τα «αστεράκια» ή άλλες ενδείξεις στη ΣΕΠ χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για να συνοψίσουν περιγραφικά την επίδοση του μαθητή και δεν αποτελούν βαθμολογία ή κατάταξη των μαθητών. Η ΠΟΕΔ (Παγκύπρια Οργάνωση Ελλήνων Δασκάλων) έχει τονίσει ότι η ΣΕΠ δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να μετατραπεί σε εργαλείο συγκριτικής αξιολόγησης ή να συνδεθεί με εθνικά επίπεδα επίδοσης και σχολική κατάταξη. Επίσης, δεν υπάρχει πρόβλεψη η ΣΕΠ να χρησιμοποιείται ως κριτήριο στην αξιολόγηση των εκπαιδευτικών. Στην πραγματικότητα, η φιλοσοφία του νέου συστήματος αξιολόγησης μαθητή στην Κύπρο διαχωρίζει σαφώς την αξιολόγηση της μαθητικής προόδου από την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού: η πρώτη στοχεύει στη βελτίωση της μάθησης του παιδιού, ενώ η δεύτερη (με νέο σύστημα που προωθεί το ΥΠΑΝ) επικεντρώνεται σε παραμέτρους όπως η διδακτική πρακτική, η επιμόρφωση εκπαιδευτικών, κ.ά., χωρίς άμεση συσχέτιση με τους βαθμούς ή τις επιδόσεις της τάξης.
Περιπτώσεις όπου δεν δίδεται η έκθεση στους γονείς: Όπως προαναφέρθηκε, στην Προδημοτική και Δημοτική Εκπαίδευση η ΣΕΠ δεν παραδίδεται στους γονείς βάσει επίσημης πρακτικής. Αντί για έγγραφη παράδοση, η ενημέρωση γίνεται δια ζώσης ή τηλεφωνικά. Αυτό εφαρμόζεται σε όλα τα δημόσια νηπιαγωγεία και δημοτικά σχολεία. Στη Μέση Εκπαίδευση (Γυμνάσιο και Λύκειο) δεν χρησιμοποιείται ο όρος “ΣΕΠ”, καθώς εκεί ακολουθείται σύστημα βαθμολογίας με αριθμητικούς βαθμούς ή γράμματα. Οι μαθητές των μεγαλύτερων τάξεων λαμβάνουν Δελτίο Προόδου με τους βαθμούς τους ανά τετράμηνο, το οποίο συνήθως επιδεικνύεται ή αποστέλλεται στους γονείς μέσω των μαθητών. Επομένως, δεν υπάρχει βαθμίδα εκπαίδευσης στην Κύπρο όπου οι γονείς λαμβάνουν έγγραφη “Σχολική Έκθεση Προόδου” – στις μικρές τάξεις η ενημέρωση είναι προφορική (με τη ΣΕΠ να μένει στο σχολείο), ενώ στις μεγάλες τάξεις η ενημέρωση γίνεται με βαθμολογία μέσω των καθιερωμένων δελτίων προόδου. Αυτή είναι η επίσημη πολιτική που ακολουθούν τα δημόσια σχολεία, διασφαλίζοντας αφενός ότι οι γονείς ενημερώνονται τακτικά, αφετέρου ότι τα ευαίσθητα δεδομένα αξιολόγησης των παιδιών δεν διαχέονται ανεξέλεγκτα εκτός σχολείου.
Ευρωπαϊκές πρακτικές: Μαθητική επίδοση ως δείκτης ποιότητας & αξιολόγηση εκπαιδευτικών
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, συναντώνται ποικίλες προσεγγίσεις όσον αφορά τη σύνδεση της σχολικής επίδοσης των μαθητών με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών ή/και των σχολικών μονάδων. Ενώ σε αρκετές χώρες η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών γίνεται ανεξάρτητα από τα αποτελέσματα των μαθητών τους, σε άλλες υπάρχει θεσμικό πλαίσιο που ενσωματώνει τις μαθητικές επιδόσεις ως έναν από τους δείκτες ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου.
Ακολουθούν χαρακτηριστικά παραδείγματα πρακτικών σε διάφορες χώρες της Ευρώπης:
- Χώρες με σύνδεση μαθητικής επίδοσης στην αξιολόγηση εκπαιδευτικών: Σε ορισμένα εκπαιδευτικά συστήματα, οι επιδόσεις των μαθητών χρησιμοποιούνται άμεσα ως κριτήριο αξιολόγησης των δασκάλων. Σύμφωνα με στοιχεία του δικτύου Ευρυδίκη, στη Λιθουανία και στην Αυστρία η συνεκτίμηση των αποτελεσμάτων των μαθητών σε εθνικές δοκιμασίες είναι υποχρεωτική κατά την αξιολόγηση εκπαιδευτικών. Επιπλέον, στην Πολωνία, την Αλβανία και τη Σερβία προβλέπεται επίσης υποχρεωτική χρήση των σχολικών μαθητικών επιδόσεων ως πηγή τεκμηρίωσης στην αξιολόγηση ενός εκπαιδευτικού. Σε άλλες χώρες, η πρακτική αυτή είναι μεν θεσμοθετημένη αλλά προαιρετική: π.χ. στο Βέλγιο (Γαλλική Κοινότητα) και στο Ηνωμένο Βασίλειο (Αγγλία, Ουαλία, Β. Ιρλανδία) τα αποτελέσματα των τυποποιημένων τεστ μαθητών μπορούν να ληφθούν υπόψη προαιρετικά κατά την αξιολόγηση ενός δασκάλου. Είναι αξιοσημείωτο ότι σε αρκετές περιπτώσεις αυτές οι ρυθμίσεις αφορούν κυρίως αξιολογήσεις για προαγωγή ή μισθολογική εξέλιξη του εκπαιδευτικού και όχι την τακτική/διαμορφωτική αξιολόγηση της διδασκαλίας. Για παράδειγμα, στη Σερβία τα μαθητικά αποτελέσματα συνεκτιμώνται συστηματικά μόνο όταν ένας εκπαιδευτικός αξιολογείται για προαγωγή σε ανώτερο βαθμό. Συνολικά, όμως, τα δεδομένα δείχνουν ότι η αξιολόγηση εκπαιδευτικών με βάση τις επιδόσεις των μαθητών τους δεν αποτελεί τον κανόνα στην Ευρώπη, αλλά υφίσταται σε ένα μείγμα χωρών συνήθως ως μέρος συστήματος λογοδοσίας ή για συγκεκριμένες περιπτώσεις (όπως αξιολόγηση προς ανέλιξη).
- Μαθητική επίδοση ως δείκτης ποιότητας σχολείου (αξιολόγηση σχολικών μονάδων): Πολλές ευρωπαϊκές χώρες θεωρούν τα μαθητικά αποτελέσματα σημαντικό δείκτη για την ποιότητα του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου σε επίπεδο σχολείου. Τα αποτελέσματα εθνικών εξετάσεων ή δοκιμασιών συχνά αξιοποιούνται στην εξωτερική αξιολόγηση των σχολείων από τις εκπαιδευτικές αρχές. Για παράδειγμα, στο Ηνωμένο Βασίλειο (ιδίως στην Αγγλία και Σκωτία) οι κεντρικές αρχές συνεκτιμούν τους συλλογικούς βαθμούς/επιτεύγματα των μαθητών κάθε σχολείου στις εθνικές εξετάσεις ως βασικό στοιχείο για την αξιολόγηση και την κατηγοριοποίηση του σχολείου. Αντίστοιχα, σε χώρες όπως η Λετονία, η Μάλτα, η Ολλανδία, η Πορτογαλία, η Ρουμανία και η Σουηδία, τα συγκεντρωτικά αποτελέσματα των μαθητών σε πανεθνικές δοκιμασίες θεωρούνται “δείκτες επίδοσης” για το σχολείο και λαμβάνονται υπόψη σε τακτικούς ελέγχους ποιότητας ή επιθεωρήσεις.
- Παρεμβάσεις βάσει μαθητικών αποτελεσμάτων: Σε ορισμένα εκπαιδευτικά συστήματα, τα χαμηλά μαθητικά αποτελέσματα ενεργοποιούν θεσμοθετημένες παρεμβάσεις βελτίωσης. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Ουγγαρία, όπου αν ένα σχολείο παρουσιάσει χαμηλές επιδόσεις σε εθνικές αξιολογήσεις, υποχρεούται από το 2008 να καταρτίσει και να εφαρμόσει σχέδιο δράσης βελτίωσης αντιμετώπισης των αδυναμιών που καταδείχθηκαν. Παρομοίως, στην Πορτογαλία σχολεία με χαμηλές επιδόσεις στα βασικά μαθήματα (σε επίπεδο δημοτικής εκπαίδευσης) καλούνται να λάβουν διορθωτικά μέτρα και να προσφέρουν πρόσθετη στήριξη στους αδύναμους μαθητές, στο πλαίσιο της αξιολόγησης που διενεργεί το υπουργείο. Αυτές οι πρακτικές δείχνουν πως η μαθητική πρόοδος χρησιμοποιείται ως εργαλείο λογοδοσίας: όχι μόνο αποτιμάται η ποιότητα του εκπαιδευτικού έργου μέσω των αποτελεσμάτων, αλλά προβλέπονται και ενέργειες βελτίωσης όπου απαιτείται.
Συνοψίζοντας, στην Ευρώπη υπάρχουν χώρες όπου η πρόοδος και οι επιδόσεις των μαθητών θεωρούνται άμεσα συνδεδεμένες με την ποιότητα της διδασκαλίας και του σχολείου, αποτελώντας δείκτη αξιολόγησης. Σε αυτές, είτε εντάσσονται θεσμικά στις διαδικασίες αξιολόγησης των εκπαιδευτικών (όπως στη Λιθουανία, Αυστρία, κ.ά.) είτε χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση/αυτοαξιολόγηση των σχολικών μονάδων (όπως στο Ην. Βασίλειο, στις Σκανδιναβικές χώρες, κ.λπ.). Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι σε αρκετές χώρες (π.χ. στις περισσότερες νοτιοευρωπαϊκές, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας και –μέχρι πρόσφατα– της Κύπρου) η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών διεξάγεται ανεξάρτητα από τις μαθητικές επιδόσεις, ώστε να αποφεύγεται η μονομερής σύνδεση της επίδοσης των μαθητών με την αποτελεσματικότητα του δασκάλου. Άλλωστε, διεθνείς μελέτες (π.χ. του ΟΟΣΑ) έχουν επισημάνει ότι η αξιολόγηση εκπαιδευτικών αποκλειστικά βάσει τυποποιημένων μαθητικών τεστ θεωρείται μεθοδολογικά προβληματική και παιδαγωγικά επισφαλής. Επομένως, οι ευρωπαϊκές πρακτικές ποικίλουν: από συστήματα υψηλής λογοδοσίας, όπου η μαθητική πρόοδος είναι βασικός δείκτης ποιότητας, μέχρι συστήματα με έμφαση στην ποιοτική αξιολόγηση της διδασκαλίας, όπου τα μαθητικά αποτελέσματα παίζουν περιφερειακό ρόλο. Οι τάσεις δείχνουν μια προσεκτική προσπάθεια ισορροπίας μεταξύ βελτίωσης της εκπαίδευσης (μέσω ανατροφοδότησης από τις επιδόσεις) και αποφυγής τιμωρητικών χρήσεων των μαθητικών αποτελεσμάτων στην αξιολόγηση εκπαιδευτικών.
Ενσωμάτωση των Γονέων στο Νέο Σύστημα Αξιολόγησης (Μάιος 2025)
Με βάση τα παραπάνω, παρουσιάζουμε συγκεκριμένες προτάσεις για το πώς οι γονείς μπορούν να ενταχθούν ουσιαστικά και οργανωμένα στο υπό διαμόρφωση νέο Σύστημα Αξιολόγησης Εκπαιδευτικών και Εκπαιδευτικού Έργου στην Κύπρο:
-
- Θεσμικό Πλαίσιο & Κανονισμοί: Να συμπεριληφθεί ρητά στους κανονισμούς αξιολόγησης (είτε σε νόμο είτε σε υπουργική απόφαση) η υποχρέωση συμμετοχής των γονέων. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι σε κάθε εγκύκλιο ή οδηγό αξιολόγησης θα υπάρχει ενότητα «Συμμετοχή Μαθητών και Γονέων», εδραιώνοντας το δικαίωμα και τον ρόλο τους. Ήδη το προσχέδιο της πρότασης του Υπουργείου αφήνει θετικά περιθώρια, μιλώντας για «συμπερίληψη της γνώμης μαθητών μέσω ανώνυμων ερωτηματολογίων» – αυτό μπορεί να επεκταθεί ώστε να αναφέρει ρητά και τη γνώμη των γονέων μέσω αντίστοιχων εργαλείων. Επιπλέον, θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα επίσημο σώμα (π.χ. «Επιτροπή Συνεργασίας Σχολείου-Οικογένειας») σε κάθε σχολείο, αναγνωρισμένο από το Υπουργείο, του οποίου οι εισηγήσεις θα λαμβάνονται υπόψη στις αξιολογικές διαδικασίες. Η συμμετοχή τέτοιων φορέων θα πρέπει να προβλέπεται και στη νομοθεσία για την αξιολόγηση.
- Εσωτερική Αξιολόγηση Σχολικής Μονάδας: Κάθε σχολική μονάδα θα διενεργεί ετήσια εσωτερική αξιολόγηση. Προτείνεται στην ομάδα που θα επιμελείται την έκθεση αυτοαξιολόγησης να συμπεριλαμβάνεται εκπρόσωπος του Συνδέσμου Γονέων . Αυτή η εκπροσώπηση θα είναι αναλογική στο μέγεθος της ομάδας (π.χ. 1 γονέας σε 5μελή ομάδα). Ο εκπρόσωπος θα συμμετέχει στη συλλογή στοιχείων (π.χ. στη διαμόρφωση και διανομή των ερωτηματολογίων προς τους γονείς) και στη συγγραφή της τελικής έκθεσης, διασφαλίζοντας ότι η οπτική της οικογένειας αποτυπώνεται. Η τελική Έκθεση Εσωτερικής Αξιολόγησης του σχολείου θα πρέπει να περιλαμβάνει ενότητα με τα αποτελέσματα της έρευνας γονέων και τυχόν προτάσεις του Συνδέσμου. Επιπροσθέτως, στο αναπτυξιακό σχέδιο δράσης του σχολείου (που θα καταρτίζεται βάσει της αξιολόγησης) θα ενσωματώνονται μέτρα που απαντούν σε ανησυχίες των γονέων – π.χ. αν από την αξιολόγηση προκύψει ότι οι γονείς θεωρούν ανεπαρκή την επικοινωνία σχολείου-σπιτιού, το σχέδιο δράσης θα περιλαμβάνει δράσεις βελτίωσης σε αυτόν τον τομέα.
- Εξωτερική Αξιολόγηση Εκπαιδευτικών: Στο νέο σύστημα προβλέπεται η αξιολόγηση εκπαιδευτικών τόσο για διαμορφωτικούς σκοπούς (βελτίωση) όσο και για προαγωγές. Προτείνεται να περιληφθεί δομημένη ανατροφοδότηση από τους γονείς ως ένα από τα πολλαπλά κριτήρια αξιολόγησης κάθε εκπαιδευτικού. Συγκεκριμένα, μπορεί να σχεδιαστεί ένα τυποποιημένο ερωτηματολόγιο γονέα για τον εκπαιδευτικό, ανά βαθμίδα (δημοτικό/γυμνάσιο/λύκειο), το οποίο να συμπληρώνεται ανώνυμα/επώνυμα από τους γονείς των μαθητών κάθε εκπαιδευτικού στο τέλος της χρονιάς. Το ερωτηματολόγιο θα περιλαμβάνει ερωτήματα για την παιδαγωγική προσέγγιση, το ενδιαφέρον του εκπαιδευτικού για την πρόοδο του παιδιού, την επικοινωνία με την οικογένεια κ.λπ. Τα συγκεντρωτικά αποτελέσματα (και όχι μεμονωμένες απόψεις) θα αξιοποιούνται από τους επιθεωρητές κατά την αξιολόγηση. Για παράδειγμα, θα μπορούσε η ανατροφοδότηση των γονέων να αντιστοιχεί σε ένα συγκεκριμένο ποσοστό της αξιολογικής έκθεσης (π.χ. 10-15%) – αρκετό ώστε να μετράει η άποψη της οικογένειας, αλλά όχι τόσο ώστε να καθορίζει μονομερώς την πορεία ενός εκπαιδευτικού (εξισορρόπηση με άλλα κριτήρια). Έτσι, ο εκπαιδευτικός θα έχει κίνητρο να συνεργάζεται με τους γονείς και να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των μαθητών, γνωρίζοντας ότι αυτό αντικατοπτρίζεται στην αξιολόγησή του. Ταυτόχρονα, θα αποφευχθούν υποκειμενικές αδικίες, καθώς το εργαλείο θα είναι ενιαίο και σταθμισμένο (θα λαμβάνει υπόψη π.χ. την ανταπόκριση ποσοτικά: πόσοι γονείς απάντησαν). Σημειώνεται ότι σε διαβούλευση για το νέο σύστημα αξιολόγησης είχε ήδη τεθεί πρόταση για εισαγωγή «ανατροφοδότησης από μαθητές/γονείς» ως μέρος των πολυκριτηρίων – κάτι που βρίσκει σύμφωνη και την παρούσα πρόταση.
- Εξωτερική Αξιολόγηση Σχολικών Μονάδων: Το νέο σύστημα προβλέπει επίσης αξιολόγηση σε επίπεδο σχολείου (π.χ. από επαρχιακούς συντονιστές ή αξιολογητές του Υπουργείου). Σε αυτές τις επισκέψεις/επιθεωρήσεις προτείνεται συνάντηση των αξιολογητών με εκπροσώπους των γονέων. Πρακτικά, κάθε φορά που μια σχολική μονάδα θα αξιολογείται εξωτερικά, η ομάδα αξιολόγησης θα καλεί το διοικητικό συμβούλιο του Συνδέσμου Γονέων για μια δομημένη συζήτηση. Οι γονείς θα μπορούν να μεταφέρουν τις απόψεις της κοινότητας για τα δυνατά σημεία και τις αδυναμίες του σχολείου. Αυτό ήδη εφαρμόζεται σε χώρες όπως η Πορτογαλία και η Ιρλανδία, όπου οι επιθεωρητές συζητούν με γονείς πριν οριστικοποιήσουν την έκθεσή τους. Επιπλέον, οι εξωτερικοί αξιολογητές θα λαμβάνουν υπόψη τα αποτελέσματα των προαναφερθέντων ερωτηματολογίων γονέων (σε συνοπτική μορφή) ως μια ακόμη πηγή δεδομένων. Η τελική έκθεση εξωτερικής αξιολόγησης του σχολείου θα αφιερώνει ξεχωριστή παράγραφο στο «Συμπέρασμα απόψεων μαθητών και γονέων», προσδίδοντας βαρύτητα στη φωνή τους. Ακόμη, θα πρέπει να θεσμοθετηθεί η ανατροφοδότηση προς τους γονείς μετά την αξιολόγηση: το Υπουργείο ή η σχολική διεύθυνση θα ενημερώνει τον Σύνδεσμο Γονέων για τα βασικά ευρήματα και τα βήματα βελτίωσης, δείχνοντας έτσι ότι η συμμετοχή τους είχε ουσία και αποτέλεσμα.
- Θεσμοθέτηση της Σχολικής Έκθεσης Προόδου και της σύνδεσής της με την Αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου
Η Σχολική Έκθεση Προόδου (ΣΕΠ), παρότι εφαρμόζεται συστηματικά στην Κύπρο σε επίπεδο εσωτερικής παρακολούθησης, δεν αξιοποιείται ούτε από το Υπουργείο Παιδείας ούτε από το ίδιο το σχολείο ως εργαλείο σύνδεσης της μαθησιακής προόδου με την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου. Αντίθετα, η έκθεση παραμένει εσωτερικό έγγραφο στο σχολείο, χωρίς ουσιαστική εμπλοκή του γονέα στη λήψη της, αλλά και χωρίς αναλυτική ανατροφοδότηση προς τον ίδιο τον μαθητή.
Στο πλαίσιο του νέου Σχεδίου Αξιολόγησης Εκπαιδευτικών και Εκπαιδευτικού Έργου που συζητείται, προτείνεται η εξής ενσωμάτωση:
Η ΣΕΠ να παραδίδεται εγγράφως (ή ηλεκτρονικά) στους γονείς και να κοινοποιείται και στον μαθητή σε κατάλληλη μορφή, τουλάχιστον μία φορά ετησίως. Αυτό ενισχύει τη διαφάνεια και δίνει τη δυνατότητα στο παιδί και την οικογένεια να κατανοήσουν την πρόοδο και τις ανάγκες του.
Η ποιότητα και πληρότητα της ΣΕΠ να εντάσσεται ως κριτήριο στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού, χωρίς αναγωγή των μαθησιακών αποτελεσμάτων σε βαθμολογική κατάταξη. Για παράδειγμα, μπορεί να αξιολογείται:
- η σαφήνεια και η παιδαγωγική αξία της ανατροφοδότησης του δασκάλου,
- η τεκμηρίωση της διαφοροποιημένης διδασκαλίας βάσει των στοιχείων προόδου των μαθητών,
- η ενεργός εμπλοκή των γονέων στις συναντήσεις και η ανταπόκριση του εκπαιδευτικού στα αιτήματά τους.
Η ΣΕΠ να λειτουργεί ως «ποιοτικός δείκτης» της σχέσης του εκπαιδευτικού με την πρόοδο της τάξης του, ιδίως σε περιβάλλοντα μεικτών ικανοτήτων ή κοινωνικών ανισοτήτων. Το Υπουργείο μπορεί να αναπτύξει έναν «δείκτη παιδαγωγικής υπευθυνότητας», βασισμένο όχι στους μέσους όρους επίδοσης, αλλά στον βαθμό ανταπόκρισης του εκπαιδευτικού στις ανάγκες κάθε παιδιού.
Τέλος, προτείνεται η καταγραφή και παρακολούθηση βασικών ποιοτικών δεδομένων ΣΕΠ ανά σχολική μονάδα (π.χ. ποσοστά μαθητών με δυσκολίες σε κατανόηση κειμένου ή μαθηματικό συλλογισμό). Τα δεδομένα αυτά δεν θα χρησιμοποιούνται για συγκριτική κατάταξη σχολείων, αλλά για στοχευμένο εκπαιδευτικό σχεδιασμό και επιμόρφωση των εκπαιδευτικών από τις διευθύνσεις εκπαίδευσης.
Η ενσωμάτωση της ΣΕΠ στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού δεν σημαίνει «τιμωρία» ή αριθμητικοποίηση του έργου του. Αντίθετα, αποτελεί καλλιέργεια κουλτούρας ευθύνης και παιδαγωγικής φροντίδας, που βασίζεται όχι μόνο σε εξωτερικά τεστ, αλλά σε καθημερινή, στοχευμένη παρακολούθηση της πορείας των μαθητών του. Σε χώρες όπως η Φινλανδία και η Ιρλανδία, η ποιότητα της ανατροφοδότησης που παρέχει ο δάσκαλος προς τον μαθητή και την οικογένεια αποτελεί δείκτη επαγγελματικής επάρκειας και παιδαγωγικού ήθους.
- Ενδυνάμωση και Εκπαίδευση των Γονέων: Για να λειτουργήσουν όλα τα παραπάνω, είναι σημαντικό οι ίδιοι οι γονείς να υποστηριχθούν στον νέο τους ρόλο. Προτείνεται το Υπουργείο Παιδείας να οργανώσει σεμινάρια επιμόρφωσης για γονείς σχετικά με την αξιολόγηση στην εκπαίδευση: π.χ. τι στόχο έχει, πώς να διαβάζουν μια έκθεση αξιολόγησης, πώς να παρέχουν εποικοδομητική ανατροφοδότηση. Επίσης, μπορούν να εκδοθούν οδηγοί ή ενημερωτικά φυλλάδια (σε έντυπη και ψηφιακή μορφή) που να εξηγούν στους γονείς τα δικαιώματα και τις ευθύνες τους στο νέο σύστημα. Έτσι, θα διασφαλιστεί ότι η συμμετοχή τους δεν θα είναι τυπική ή παρορμητική, αλλά ουσιαστική και με γνώση. Παράλληλα, οι εκπαιδευτικοί θα πρέπει να ενθαρρυνθούν να δουν τη γονεϊκή συμμετοχή ως σύμμαχο και όχι ως απειλή. Το Υπουργείο μπορεί να διοργανώσει εργαστήρια όπου εκπαιδευτικοί και γονείς συζητούν από κοινού, χτίζοντας κλίμα εμπιστοσύνης. Όσο περισσότερο καλλιεργηθεί η συνεργασία, τόσο πιο αξιόπιστη και χρήσιμη θα γίνεται και η αξιολόγηση.
Συνολικά, το νέο Σύστημα Αξιολόγησης προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία να επανατοποθετηθεί η σχέση σχολείου-κοινωνίας στην Κύπρο. Εντάσσοντας θεσμικά τους γονείς, δίνουμε σάρκα και οστά στη διακηρυγμένη αρχή του “σχολείου για την κοινότητα”. Η διεθνής πρακτική μας διδάσκει ότι η ανοιχτότητα φέρνει καλύτερα αποτελέσματα: κανένα σχολείο δεν είναι νησί∙ η επιτυχία του εξαρτάται από την εμπιστοσύνη και συμμετοχή όσων επενδύουν σε αυτό.
Συμπέρασμα
Η πρόταση για θεσμοθέτηση της συμμετοχής των γονέων και μαθητών στην αξιολόγηση εκπαιδευτικών και εκπαιδευτικού έργου στην Κύπρο εδράζεται στην πεποίθηση ότι η εκπαίδευση είναι κοινωνικό αγαθό και ως τέτοιο, χρειάζεται κοινωνική λογοδοσία. Με την εφαρμογή των παραπάνω προτάσεων, το εκπαιδευτικό μας σύστημα θα κάνει ένα βήμα προς ένα πιο δημοκρατικό, διαφανές και αποτελεσματικό μοντέλο. Οι γονείς, αντί να αντιμετωπίζονται ως “εξωτερικοί” παράγοντες, θα γίνουν συνεργάτες στην εκπαιδευτική διαδικασία, συμβάλλοντας τόσο στον έλεγχο όσο και στην υποστήριξη των σχολείων. Αυτό, με τη σειρά του, αναμένεται να βελτιώσει το μορφωτικό επίπεδο: η εμπειρία χωρών όπως η Αγγλία και η Πορτογαλία δείχνει ότι όπου υπάρχει κουλτούρα διαλόγου και λογοδοσίας, οι μαθητές ευημερούν περισσότερο.
Βεβαίως, καμία αλλαγή δεν γίνεται χωρίς προκλήσεις. Απαιτείται μεθοδική εφαρμογή και συνεχής αξιολόγηση (της ίδιας της συμμετοχής των γονέων!) ώστε να γίνονται διορθωτικές κινήσεις. Αλλά το πιθανό όφελος είναι μεγάλο: ένα εκπαιδευτικό σύστημα πιο αξιόπιστο και ανοιχτό, με σχολεία που θα αγκαλιάζονται από την κοινωνία ως κοιτίδες μάθησης και διαρκούς βελτίωσης. Στη σημερινή εποχή, όπου η γνώση και οι δεξιότητες των νέων μας θα κρίνουν το μέλλον της χώρας, δεν έχουμε την πολυτέλεια να αφήσουμε ανεκμετάλλευτο τον ρόλο των γονέων. Με τη θεσμοθέτηση της συμμετοχής τους, κάνουμε ένα βήμα για να κλείσουμε το χάσμα μεταξύ του «σχολείου που έχουμε» και του «σχολείου που αξίζουμε». Είναι μια επένδυση στη συλλογική ευημερία και στο μέλλον των παιδιών μας.